The power of memory
Outside the Pallouriotissa Lyceum, on the way to Kyriaki’s house, there is a statue of Pallas Athena. It is most archaic, with all the accessories the goddess usually carries (helmet and spear), and I presume it was set up there to remind the children of the Hellenic nature of our education and identity. Naturally, the statue suffers the same fate as that of most monuments in public spaces, and especially those that grace school buildings. The students poke fun at it. They get it to hold and do various things: Drink Coca-Cola, smoke a cigarette, ‘pose’ with a Prada bag or a dried-out bouquet. They do it out of boredom, full-blooded adolescent reaction to the system and everything that represents it, who knows. In any case, the goddess enjoys special treatment from the students. Kyriaki has been observing and recording this kind of ‘performance’ in photographs. She sees in it a comment about the particular weight with which our ancient Greek past rests on today and the formation of our identity. She also views with interest the way in which a static statue acquires life, energy and a different meaning through a simple gesture. This is precisely the central idea behind her piece bearing the title ‘Water’, a short video showing water gushing violently and forcefully out of the gates of the familiar monument to Freedom. Here, a public and static piece of art, symbol of the fighters’ sacrifice and therefore of the loss/absence of human life, is transformed through the violent eruption of a liquid element into a source of energy and life, into an evidence of presence. “In several of my works I have attempted to focus on the relationship between monument and memory,” writes the artist in a note. What interests her in particular is the way in which, within this relationship, two contradictory concepts – that of absence and presence – come into conflict in order to become, in the end, the two sides of the same coin. “Above all, my work in relation to memory draws its inspiration from the way in which Lacan understands the ‘void’,” she continues, adding that the void, this negative entity, this absence from existence, could finally constitute a kind of call for existence, and therefore for presence.
‘Water’ is one of the central pieces on display at Kyriaki’s solo exhibition at Diatopos Contemporary Art Centre, and it comprises those issues that have recently defined her visual work: Her preoccupation with the concept of memory, with how collective, as well as individual, identity is ultimately determined, but also her questioning of the concept of boundary, both spiritual and physical - and all this clusters under the general roof of two opposites, presence-absence. It is from this, for that matter, that the title of the exhibition, “Presence in Absence”, arises.
Kyriaki may well be more established in our conscience as a fashion designer. However, in the last few years, along with her collections, the artist has been tracing and researching the relationship between visual arts and design. More recently, in fact, two more disciplines, that of dance and music, have been added to the equation, and that is why a dance-theatre performance of Alexandra Waierstall, as well as music specially composed by Marios Takoushis, Vakia Stavrou and Giorgos Hadjipieris, are acting as a framework for her exhibition. The works she presents at Diatopos mobilise elements of traditional Cypriot handicraft as their basic visual techniques. Crocheting with yarn and needle for example, becomes the means though which the artist creates these compositions, whereby thread becomes the opportunity for a plot to be ‘woven’ and a story to unfold. And usually this happens on the surface of objects that Kyriaki has gathered over the years, as, for example, on the canvas of a tapestry (‘loot’ from one of her trips abroad), where the already existing scenery of lakes and trees becomes the background for a new narration. The artist places characters, animals, spiders and flowers there in order to compose a dreamy, fairytale world, which at the same time is quite familiar.
Kyriaki also experiments with the familiar and the images that define our collective memory in a series of furniture, which she reupholsters with monuments-symbols, such as the colossus of Makarios, combined with photographs from her own life, photographs of her family, with Akanthou, her husband’s occupied village, as a backdrop. Looking at her work in its entirety, therefore, one has the feeling that what Kyriaki is creating are monuments. Monuments that can be accommodated within the dimensions of the personal, but which have the strength to speak out for all those things that compose and define this sense of ‘Cypriotness’: the crocheting technique, the black velvet cloth once used for silk cocoon embroideries, the old furniture that conjures up a grandmother’s living room. And you realise that all those things that the artist is ‘carrying’ from the past with a dose of nostalgia are still very deeply rooted inside all of us, inside our present, perhaps because we grew up with them. Their absence from our lives, therefore, could affirm nothing but their blatant presence. All that is required is the intervention of memory, that yarn, in other words, of narration that has the power to bring it all together, furniture, tapestries, kitchen utensils, as well as the notion of presence together with that of absence.
Elena Parpa
Arts Editor, Ysterografo magazine/ Art Historian
Η δύναμη της μνήμης
Έξω απ’ το Λύκειο Παλλουριώτισσας, καθοδόν προς το σπίτι της Κυριακής, υπάρχει ένα άγαλμα της Αθηνάς Παλλάδος. Αρχαιοπρεπέστατο, με όλα τα αξεσουάρ που κουβαλάει συνήθως η θεά (περικεφαλαία και κοντάρι), στήθηκε υποθέτω εκεί για να θυμίζει στα παιδιά την ελληνικότητα της παιδείας και της ταυτότητάς μας. Το άγαλμα έχει φυσικά την τύχη που έχουν συνήθως τα μνημεία σε δημόσιους χώρους και δη αυτά που κοσμούν σχολεία. Οι μαθητές κάνουν πλάκα μαζί του. Το βάζουν να κρατάει και να κάνει διάφορα. Να πίνει κοκα-κόλα, να καπνίζει τσιγάρο, να «ποζάρει» με μια τσάντα Prada ή με μια ξεραμένη ανθοδέσμη. Από βαρεμάρα, από καθαρόαιμη εφηβική αντιδραστικότητα στο σύστημα κι ό,τι το αντιπροσωπεύει ποιος ξέρει, πάντως η θεά απολαμβάνει απ’ τους μαθητές ειδικής μεταχείρισης. Η Κυριακή έχει καιρό που παρακολουθεί και καταγράφει φωτογραφικά αυτό το «δρώμενο». Βλέπει σ’ αυτό ένα σχόλιο πάνω στο ειδικό βάρος με το οποίο ακουμπάει το ένδοξο αρχαιο-ελληνικό μας παρελθόν στο τώρα και στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μας. Βλέπει επίσης μ’ ενδιαφέρον τον τρόπο που ένα στατικό άγαλμα αποκτάει ζωή, ενέργεια και διαφορετικό νόημα μέσα από μια απλή χειρονομία. Αυτή είναι κι η κεντρική ιδέα πίσω από το έργο της με τίτλο «Water», ένα ολιγόλεπτο βίντεο στο οποίο παρακολουθούμε να ξεχύνεται βίαια και με δύναμη νερό απ’ την πύλη του γνωστού μνημείου αφιερωμένο στην Ελευθερία. Εδώ, ένα δημόσιο έργο στατικό, σύμβολο της θυσίας αγωνιστών, άρα και της απώλειας/απουσίας της ανθρώπινης ζωής, μετατρέπεται μέσα απ’ το βίαιο ξέσπασμα του υγρού στοιχείου σε πηγή ενέργειας και ζωής, σε αποδεικτικό στοιχείο μιας παρουσίας. «Σε αρκετά από τα έργα μου προσπάθησα να εστιάσω στη σχέση μεταξύ μνημείου και μνήμης», γράφει η καλλιτέχνις σε σημείωμά της. Αυτό που την ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι ο τρόπος που σ’ αυτή τη σχέση δυο έννοιες αντίθετες, αυτή της απουσίας και της παρουσίας, έρχονται σε αντιπαράθεση για να γίνουν τελικά οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. «Πάνω απ’ όλα η δουλειά μου σε σχέση με τη μνήμη εμπνέεται από τον τρόπο που ο Λακάν αντιλαμβάνεται το ‘κενό’», συνεχίζει για να προσθέσει πως το κενό, αυτή η αρνητική οντότητα, αυτή η απουσία απ’ την ύπαρξη, θα μπορούσε τελικά να αποτελέσει ένα είδος καλέσματος για ύπαρξη, άρα για παρουσία.
Το «Water» είναι ένα απ’ τα κεντρικά έργα που παρουσιάζονται στην ατομική έκθεση της Κυριακής στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Διάτοπος, το οποίο εμπεριέχει τα θέματα εκείνα που καθορίζουν τελευταίως την εικαστική της δουλειά: Την ενασχόλησή της με την έννοια της μνήμης, με το πως προσδιορίζεται τελικά η συλλογική, όπως και η προσωπική ταυτότητα, αλλά και τον προβληματισμό της σχετικά με την έννοια του ορίου, πνευματικού και σωματικού, κι όλα αυτά κάτω απ’ τη γενική σκεπή δυο αντιθέτων, της παρουσίας-απουσίας. Από’ δω προκύπτει άλλωστε κι ο τίτλος της έκθεσης, «Presence in Absence».
Η Κυριακή, ως γνωστόν, είναι περισσότερο καθιερωμένη στη συνείδησή μας σαν σχεδιάστρια μόδας. Ωστόσο, η δημιουργός τα τελευταία χρόνια παράλληλα με τις κολεξιόν της ψηλαφά διερευνητικά τη σχέση μεταξύ εικαστικών τεχνών και design –πρόσφατα μάλιστα στην εξίσωση έχουν προστεθεί άλλες δυο τέχνες, αυτή του χορού και της μουσικής, για αυτό και η έκθεσή της πλαισιώθηκε από την χοροθεατρική παράσταση της Αλεξάνδρας Βάγιερσταλ, όπως και από τα μουσικά κομμάτια που έχουν συνθέσει ειδικά οι Μάριος Τακκούσιης, Βάκια Σταύρου και Γιώργος Χατζηπιερής. Στο Διάτοπο, τα έργα που παρουσιάζει επιστρατεύουν ως βασικές εικαστικές τεχνικές στοιχεία από την παραδοσιακή κυπριακή χειροτεχνία. Το μπλέξιμο με νήμα με βελονάκι για παράδειγμα γίνεται το μέσο με το οποίο η δημιουργός φτιάχνει αυτές τις συνθέσεις όπου η κλωστή γίνεται αφορμή για να «υφανθεί» μια πλοκή και να ξεδιπλωθεί μια ιστορία. Και συνήθως αυτό συμβαίνει στην επιφάνεια αντικειμένων που η Κυριακή έχει μαζέψει μέσα στα χρόνια, όπως στην επιφάνεια ενός ταπισερί, «λάφυρο» από ένα ταξίδι της, όπου η ήδη υπάρχουσα παράσταση με τις λίμνες και τα δέντρα γίνεται το φόντο για μια νέα αφήγηση. Η καλλιτέχνις τοποθετεί εκεί χαρακτήρες, ζώα, αράχνες, λουλούδια για να συνθέσει έναν κόσμο ονειρικό, παραμυθένιο, αλλά ταυτόχρονα ιδιαίτερα οικείο.
Με το οικείο και τις εικόνες που ορίζουν τη συλλογική μας μνήμη πειραματίζεται και στη σειρά από έπιπλα, τα οποία ανακατασκευάζει, χρησιμοποιώντας για ταπετσαρία μνημεία-σύμβολα, όπως ο κολοσσός του Μακαρίου, τα οποία συνδέει με φωτογραφίες απ’ τη δική της ζωή, με φωτογραφίες της οικογένειάς της με φόντο το κατεχόμενο χωριό του συζύγου της, την Ακανθού. Για αυτό και κοιτάζοντας τη δουλειά της συνολικά έχει κανείς την αίσθηση ότι αυτό που φτιάχνει τελικά η Κυριακή είναι μνημεία. Μνημεία που χωράνε στις διαστάσεις του προσωπικού, τα οποία ωστόσο έχουν τη δύναμη να μιλάνε για όλα εκείνα που συγκροτούν και καθορίζουν αυτή την αίσθηση της «κυπριακότητας»: Η τεχνική με βελονάκι, το μαύρο βελούδο που χρησιμοποιούνταν για τα κεντήματα με κουκούλι μεταξοσκώληκα, τα παλιά έπιπλα που θα μπορούσαν να θυμίσουν το σαλόνι μιας γιαγιάς. Και αντιλαμβάνεσαι πως όλα αυτά που η δημιουργός «κουβαλάει» απ’ το παρελθόν με μια δόση νοσταλγίας είναι ακόμα πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα μας, στο παρόν μας, ίσως επειδή μεγαλώσαμε μαζί τους. Η απουσία τους, λοιπόν, απ’ τη ζωή μας δεν θα μπορούσε να δηλώσει τίποτε άλλο απ’ την κραυγαλέα παρουσία τους. Το μόνο που χρειάζεται είναι η διαμεσολάβηση της μνήμης, το νήμα δηλαδή εκείνο της αφήγησης που έχει τη δύναμη να τα φέρει όλα μαζί, έπιπλα, ταπισερί, κουζινικά σκεύη, όπως και την έννοια της παρουσίας με αυτήν της απουσίας.
Έλενα Πάρπα
Υπεύθυνη Έκδοσης περιοδικό «Υστερόγραφο»/Ιστορικός Τέχνης